Skip to main content

rebalance

Υπάρχει η αντίληψη πως η θερμίδα είναι θερμίδα και πως για να χάσουμε βάρος αρκεί να μειώσουμε τις θερμίδες ανεξάρτητα από το που προέρχονται. Ωστόσο, η πεποίθηση ότι η υπερκατανάλωση τροφής προκαλεί αύξηση του βάρους είναι λανθασμένη. Αυτό που μας αναγκάζει να τρώμε περισσότερο είναι κάποιες μεταβολικές δυσλειτουργίες.

Πολλοί βιολογικοί παράγοντες όπως η γενετική, τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, ο ύπνος και το στρες επηρεάζουν την αποθήκευση των θερμίδων σε λίπος στο σώμα μας, ο παράγοντας που παίζει κυρίαρχο ρόλο είναι η ορμόνη ινσουλίνη. «Γνωρίζουμε ότι η θεραπεία με υπερβολικές δόσεις ινσουλίνη σε διαβητικά άτομα προκαλεί αύξηση του σωματικού βάρους και η ανεπάρκεια ινσουλίνης προκαλεί απώλεια βάρους». Οι υδατάνθρακες προωθούν την μεγαλύτερη έκκριση ινσουλίνης.

Η κατανάλωση μιας διατροφής υψηλής σε σάκχαρα και επεξεργασμένους υδατάνθρακες οδηγεί σε ένα γιο-γιο μεταβολισμό. Όταν οι άνθρωποι τρώνε σάκχαρα και επεξεργασμένους υδατάνθρακες τα επίπεδα της ινσουλίνης αυξάνουν, προκαλώντας την απενεργοποίηση της ορμόνο-ευαίσθητης λιπάσης – ενός ενζύμου που απαιτείται για την απελευθέρωση των τριγλυκεριδίων από το λιπώδη ιστό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα περισσότερες θερμίδες να αποθηκεύονται στα λιπώδη κύτταρα, κάνοντας τον εγκέφαλο να πιστεύει ότι το σώμα βρίσκεται σε πείνα.

Σύμφωνα με την κα Παπαγιαννίδου «η ινσουλίνη είναι το απόλυτο λίπασμα για τα λιποκύτταρα». Όταν τα λιποκύτταρα ενεργοποιούνται για να αποθηκεύσουν τις υπερβολικές θερμίδες, υπάρχουν ελάχιστες για το υπόλοιπο σώμα και αυτό είναι που αντιλαμβάνεται ο εγκέφαλος. Σκεφτόμαστε την παχυσαρκία ως μια κατάσταση υπέρβασης, αλλά βιολογικά είναι μια κατάσταση στέρησης ή μια κατάσταση ασιτίας. Ο εγκέφαλος βλέπει ελάχιστες θερμίδες στην κυκλοφορία του αίματος για να κινητοποιήσει τον μεταβολισμό, με αποτέλεσμα να πεινάει. Ενεργοποιεί τους αισθητήρες πείνας και λαχτάρας στον εγκέφαλο και επιβραδύνει τον μεταβολισμό.

Αυτός ο συνδυασμός της αυξανόμενης πείνας και της επιβράδυνσης του μεταβολισμού είναι η αιτία για την αύξηση του βάρους», προσθέτει «και αυτό εξηγεί γιατί μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό ατόμων σε δίαιτες χαμηλών θερμίδων μπορεί να διατηρήσει την απώλεια βάρους μακροπρόθεσμα». Μελέτη του 2012 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA εξέτασε 21 υπέρβαρους και παχύσαρκους νέους ενήλικες, που είχαν χάσει 10 με 15% του βάρους τους με διατροφή είτε χαμηλών σε λιπαρά σε χαμηλών σε υδατάνθρακες. Παρότι κατανάλωναν τον ίδιο αριθμό θερμίδων, τα άτομα σε διατροφή χαμηλή σε υδατάνθρακες έκαιγαν 325 περισσότερες θερμίδες την ημέρα σε σύγκριση με τα άτομα που ακολουθούσαν διατροφή χαμηλή σε λιπαρά.

Το είδος των θερμίδων που τρώμε μπορεί να επηρεάσει τον αριθμό των θερμίδων που καίμε. Μελέτες δείχνουν ότι διατροφή χαμηλή σε λιπαρά, πλούσια σε υδατάνθρακες –παρόλο που παρέχουν ενέργεια ή θερμίδες στην κυκλοφορία του αίματος για την πρώτη ώρα μετά από ένα γεύμα αλλά δημιουργεί προβλήματα λίγες ώρες αργότερα, όταν όλες αυτές οι θερμίδες έχουν αποθηκευτεί στα λιποκύτταρα και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ενέργεια όπως απαιτείται.

Όσο η πρόσληψη του λίπους μειώνεται γίνεται όλο και πιο δύσκολο να αποφύγουμε την υπερκατανάλωση υδατανθράκων. Ακόμα και τα δημητριακά ολικής άλεσης προκαλούν απότομη αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα. Η αντικατάσταση των επεξεργασμένων υδατανθράκων με υγιεινά λίπη, όπως αβοκάντο και το ελαιόλαδο είναι μια πρακτική και αποτελεσματική λύση για τους περισσότερους ανθρώπους. Σύμφωνα με άρθρο του JAMA του 2015, θα πρέπει επανεξεταστεί η διατροφική πολιτική σχετικά με το διατροφικό λίπος. Ο περιορισμός του διατροφικού λίπους αποτελεί μια ξεπερασμένη έννοια που μας ενθαρρύνει να τρώμε επιβλαβή χαμηλά σε λιπαρά τρόφιμα, που υπονομεύουν την προσπάθεια μας να περιορίσουμε τα σάκχαρα και τους επεξεργασμένους υδατάνθρακες.

 

Προβολές: 2382

Είναι όλες οι θερμίδες ίδιες; Από την κλινική Διαιτολόγο - Διατροφολόγο, Παπαγιαννίδου Ελένη.